Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

ANNA AKHMATOVA - ΑΝΝΑ ΑΧΜΑΤΟΒΑ- Αντρέι Γκορένκο





Άννα Αχμάτοβα
(23 Ιουνίου 1889 - 5 Μαρτίου 1968)

Η ρωσίδα ποιήτρια Άννα Αχμάτοβα γεννήθηκε το 1889 στην Οδησσό της Ουκρανίας. Το πραγματικό της όνομα ήταν Άννα Γκορένκο, αλλά υιοθέτησε το επίθετο της ταταρικής καταγωγής προγιαγιάς της ως ποιητικό ψευδώνυμο, όταν ο πατέρας της δεν της επέτρεψε να χρησιμοποιεί το οικογενειακό τους όνομα για τις ποιητικές της ενασχολήσεις - ''για να μην το λερώσει''.

Τελείωσε με δυσκολία το Γυμνάσιο λόγω προβλημάτων υγείας και σπούδασε στο Νομικό Τμήμα Ανωτάτων Σπουδών για Γυναίκες στο Κίεβο. Το 1910 παντρεύτηκε τον ποιητή Νικολάι Γκουμιλιόφ και το 1912 γέννησε τον γιο τους Λέοντα. Μαζί με το σύζυγό της έγιναν το κέντρο του ποιητικού κύκλου των Ακμεϊστών ενώ ταξίδεψαν στο εξωτερικό: στο Παρίσι γνώρισε το ζωγράφο Μοντιλιάνι με τον οποίο είχε ένα σύντομο ειδύλλιο - μάλιστα την ζωγράφισε αρκετές φορές, όμως μόνο μερικά γυμνά σκίτσα έχουν σωθεί.

Επιστρέφοντας στη Ρωσία, ο Γκουμιλιόφ και η Αχμάτοβα χωρίζουν - αργότερα έκανε δύο ακόμη γάμους: με τον επιστήμονα και ποιητή Βλαντίμιρ Σιλέικο και με τον ιστορικό τέχνης Νικολάι Πούνιν, οι οποίοι επίσης κατέληξαν σε διαζύγιο. Το 1921 ο Γκουμιλιόφ εκτελέστηκε ως προδότης της επανάστασης, γεγονός καθοριστικό για την εξέλιξη της ζωής της ποιήτριας: παρά το διαζύγιό τους, η Αχμάτοβα έπεσε σε δυσμένεια, τα βιβλία της πολτοποιήθηκαν ενώ τα ποιήματά της απαγορεύτηκαν από το 1925 έως το 1940.

Με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου πατριωτικά ποιήματά της δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα «Πράβντα», ενώ κατά τη διάρκεια της πολιορκίας των 900 ημερών του Λένινγκραντ μιλούσε στο ραδιόφωνο εμψυχώνοντας τις γυναίκες της πόλης - όμως μετά τη λήξη του πολέμου το καθεστώς την καταδίκασε και πάλι σε σιωπή.Το μεγάλο όμως δράμα της ζωής της Αχμάτοβα ήταν η πολύχρονη φυλάκιση του γιου της: αρχικά καταδικασμένος σε θάνατο, ο Λέων Γκουμιλιόφ κλείστηκε από το 1938 έως το 1956 σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας.

Το 1950 η Αχμάτοβα για να σώσει τη ζωή του γιου της, υπερβαίνει τον εαυτό της και γράφει έναν κύκλο ποιημάτων αφιερωμένο στον διώκτη της Στάλιν, με τίτλο «Δόξα στον Κόσμο». Τελικά, το 1954, τυγχάνει της συγνώμης του καθεστώτος και της επιτρέπεται να ταξιδέψει στο εξωτερικό όπου λαμβάνει το 1964 το Διεθνές Βραβείο ''Αίτνα-Ταορμίνα'', ενώ το 1965 πηγαίνει στην Οξφόρδη για να παραλάβει τιμητικό διδακτορικό για το σύνολο του έργου της για τον Πούσκιν. Η Άννα Αχμάτοβα πέθανε στις 5 Μαρτίου 1966, κατά τραγική ειρωνεία την ημέρα της επετείου του θανάτου του Στάλιν. Στην κηδεία της πλήθος κόσμου την αποχαιρέτησε στο τελευταίο της ταξίδι...

Εργογραφία:

- Εσπέρα, 1912- Ροζάριο, 1914- Λευκό κοπάδι, 1917- Αγριοβότανο, 1921- Anno Domini MCMXXI, 1922- Η εικόνα της Αχμάτοβα,1924- ποιητική ανθολογία- Από έξι βιβλία, συλλεκτικός τόμος, 1940- Ποίημα δίχως Ήρωα, 1962- βασισμένο στο έργο του Πούσκιν ''Ευγένιος Ονέγκιν''. - Ρέκβιεμ, Μόναχο 1963- Το διάβα του χρόνου,1965
Στα ελληνικά κυκλοφορούν:
- Ποίημα χωρίς Ήρωα, Ωκεανίδα (1982)- Ρέκβιεμ, Υπερίων (1998)- Ρέκβιεμ, Αρμός (2007)Ποιήματα της Άννα Αχμάτοβα υπάρχουν επίσης στις ανθολογίες:- Ρώσοι ποιητές του 20ου αιώνα, Ελληνικά Γράμματα (2004)- Ξένη Ποίηση του 20ου αιώνα, Ελληνικά Γράμματα (2007)

http://www.diavasame.gr/

ΜΙΑ ΠΟΙΗΤΡΙΑ-ΝΤΙΒΑ

Όταν ο πατέρας της έμαθε τις λογοτεχνικές της ενασχολήσεις, από πολύ νωρίς της ξεκαθάρισε να μη “λερώσει” το όνομά της, γι’ αυτό και η ίδια υιοθέτησε το επίθετο της προγιαγιάς της, η οποία καταγόταν από τον Τάταρο χάνο Αχμάτ. Η Αχμάτοβα το 1910 παντρεύτηκε τον Νικολάι Γκουμιλιόφ (και αυτός ήταν άνθρωπος των γραμμάτων), έπειτα από αρκετές προτάσεις γάμου από εκείνον και ανάλογες απορρίψεις από την ίδια. Μετά τον γάμο επισκέφθηκε με τον σύζυγό της στο Παρίσι, όπου μάλιστα γνώρισε τον άσημο τότε ζωγράφο Μοντιλιάνι, ο οποίος της ζωγράφισε πολλά πορτρέτα και γυμνά σκίτσα...

Η Άννα Αχμάτοβα θα γνωρίσει μεγάλη επιτυχία και αναγνώριση με την πρώτη ποιητική συλλογή της που θα κυκλοφορήσει το 1912, και η ίδια η ποιήτρια “από ένα ντροπαλό, απλό κορίτσι, μετατράπηκε στη μεγαλοπρεπή, υπερήφανη και δεσποτική Αχμάτοβα”. Άλλωστε άρχισαν να εμφανίζονται διάφορες ποιήτριες οι οποίες μιμούνταν το ύφος της.

Το 1913 θα γεννηθεί ο γιος της, ενώ η ίδια “κάνει έντονη κοινωνική ζωή. Αναγνωρισμένη καλλονή, λατρεμένη ποιήτρια, ζει μέσα στη δόξα. Ζωγράφοι κάνουν τα πορτρέτα της, ποιητές της αφιερώνουν τους στίχους τους, θαυμαστές την λατρεύουν κυριολεκτικά”. Και μάλιστα “παντού την περιτριγυρίζουν μεγάλες ομάδες θαυμαστών”. “Την υμνούσαν όχι μόνο για το ταλέντο και το πνεύμα της, αλλά για την ομορφιά της”.

ΣΤΗΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ

Ακολουθούν ο Α’ παγκόσμιος πόλεμος και η Οκτωβριανή επανάσταση και πλέον η ποίησή της χαρακτηρίζεται “ως επιζήμια και εχθρική προς τη νέα τάξη πραγμάτων, αφού δεν υμνεί την εργασία, τη συλλογικότητα και τη μάχη για το φωτεινό μέλλον του κομμουνισμού”. Το 1925 θα μπει στη λίστα των απαγορευμένων λογοτεχνών και μέχρι το 1940 δεν θα μπορεί να δημοσιεύσει πουθενά. Εν τω μεταξύ μετά τους φίλους και γνωστούς της θα συλληφθεί και ο γιος της, ο οποίος θα καταδικαστεί σε θάνατο και τελικά θα περάσει πολλά χρόνια στις φυλακές. Σε μια επίσκεψή της στον γιο της, σε φυλακή του Λένινγκραντ, μια γυναίκα την πλησίασε και της είπε: “Αυτά εδώ μπορείτε να τα περιγράψετε;”. Η Αχμάτοβα απάντησε “Μπορώ”, και όπως αναφέρει: “Τότε κάτι σαν χαμόγελο γλίστρησε πάνω σ’ εκείνο που κάποτε ήταν το πρόσωπό της”. Το περιστατικό αυτό η Αχμάτοβα το έβαλε ως εισαγωγή της ποιητικής συλλογής. Φαίνεται απίστευτο, αλλά όπως μας πληροφορεί ο Τριανταφυλλίδης, τα περισσότερα ποιήματα του “Ρέκβιεμ” η Αχμάτοβα για πολλά χρόνια δεν τολμούσε να τα γράψει σε χαρτί. Τα απομνημόνευε -τόσο η ίδια όσο και οι φίλοι της- και έτσι διαδίδονταν από στόμα σε στόμα, μέχρι να εκδοθούν πολλά χρόνια αργότερα, μετά και την οριστική αποφυλάκιση του γιου της το 1956.

Η ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΣΤΩΤΟΣ

Η Άννα Αχμάτοβα από το 1954 “έτυχε της συγγνώμης του καθεστώτος”. Όμως τα ποιήματα του “Ρέκβιεμ” αποτελούν μοναδικές, απέριττες ποιητικές ψηφίδες από το δράμα του ρωσικού λαού κατά τα χρόνια του σταλινισμού. Δείγμα γραφής: “Μήνες τώρα δεκαεφτά είναι που σε φωνάζω/ Στο σπίτι πίσω να γυρίσεις./ Γονατιστή τον δήμιο παρακαλώ/ Γιόκα μ’ εσύ την φρίκη να μη ζήσεις./ Μπλεγμένα όλα και θολά/ Το κτήνος από την ανθρωπιά/ Δεν μπορώ να ξεχωρίσω πια,/ Η εκτέλεση θ’ αργήσει; Άνθη από την σκόνη πια βαριά,/ Του θυμιατού η αγκομαχιά/ Τα βήματα στο πουθενά/ Να συντροφεύουν θέλουν./ Από ψηλά κατάματα κοιτάζει/ Και μ’ όλεθρο με απειλεί/ Ένα πελώριο αστέρι”.

http://www.makthes.gr

"Η πικρή ιστορία του Αντρέι Γκορένκο"

Την Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 1920, η μικρή αθηναϊκή κοινωνία μάθαινε έκπληκτη από τα πρωτοσέλιδα όλων σχεδόν των εφημερίδων για την «διπλή αυτοκτονία ζεύγους Ρώσων συζύγων». Επρόκειτο για τον Αντρέι Γκορένκο και την σύζυγό του Μαρία, που είχαν βρει καταφύγιο στην Ελλάδα, καθώς στην πατρίδα τους εμαίνετο η επανάσταση των μπολσεβίκων και ο εμφύλιος πόλεμος.

Ο Γκορένκο δεν ήταν ένα τυχαίο πρόσωπο: Ρώσος ευγενής, με λαμπρές σπουδές, σπουδαίος ελληνιστής και ελληνολάτρης ήταν ο αδελφός της Άννας Αχμάτοβα (1889-1966), της μεγάλης Ρωσίδας ποιήτριας.

Από εκείνη τη μοιραία απόπειρα αυτοκτονίας με υπερβολική δόση μορφίνης, ό Αντρέι δεν θα αντέξει και θα υποκύψει, σε αντίθεση με την γυναίκα του Μαρία ή οποία θα επιβιώσει και το κυριότερο, στο νοσοκομείο που την παρακολουθούν θα της ανακοινώσουν ότι είναι έγκυος!

Ο Αντρέας Γκορένκο ο νεώτερος θα γεννηθεί λίγους μήνες μετά τον θάνατο του πατέρα του Αντρέι, θα πολιτογραφηθεί Έλληνας, δεν θα μάθει ποτέ τις λεπτομέρειες της τραγικής ιστορίας των γονιών του, θα υπηρετήσει στην Πολεμική Αεροπορία ως ανώτερος αξιωματικός και ως Αρχηγός της Σχολής Ικάρων και μέχρι τον θάνατό του το 1976, θα διαπρέψει ως ένα εξαιρετικά δραστήριο και εξέχον μέλος της μεταπολεμικής αθηναϊκής κοινωνίας.

Συμβολή στην έρευνα για τον εντοπισμό και την συλλογή ντοκουμέντων για την οικογένεια Γκορένκο είχε και ο δικός μας Γιώργος Γούσιας.

http://www.drakotrypa.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου